Ανδρική καθημερινή φορεσιά της Θράκης ή Πολίτικη
Με την καθημερινή φορεσιά αντί της φουστανέλας φορούσαν το σεγκούνι, που είναι άσπρη, μάλλινη, υφαντή φουστανέλα, με λίγα λαγκιόλια, τα οποία στα ενώματα είχαν κορδόνι από κατσέλι ή γαϊτάνι. Το σεγκούνι ήταν ανοιχτό στο μπροστινό μέρος. Στο άνοιγμα οι μηροί καλύπτονταν από πουκάμισο, το οποίο ήταν μακρύ μέχρι το γόνατο, όπως και το σεγκούνι, που πιανόταν στη μέση με κόπτσες ή ράβονταν στο τσαμαντάνι κι έδινε την εντύπωση φορέματος. Το τσαμαντάνι έφτανε μέχρι τη μέση. Ήταν φτιαγμένο από υφαντό μάλλινο ύφασμα γενωμένο, δηλαδή χτυπημένο στη νεροτριβή. Το μπροστινό μέρος έκλεινε με κόπτσες στο ύψος της μέσης και ήταν φτιαγμένο από μαύρα κατσέλια ή γαϊτάνια, και από το στήθος μέχρι και τη μέση είχε μπροστάρι που κούμπωνε μέσα αριστερά, κοντά στη μασχάλη. Στη μέση, μέχρι τη δεκαετία του 1920, φορούσαν ζωνάρι και σιλάχι, όπως και με τη φουστανέλα. Μερικοί γέροντες συνέχισαν να τα φοράνε μέχρι το 1940 περίπου. Στο κεφάλι φορούσαν στην αρχή λαχούρι. Αργότερα φόρεσαν το στραγγάνι, ένα μαύρο στρογγυλό καπέλο με τρία κουμπιά κάθετα και τρία οριζόντια, που σχημάτιζαν σταυρό.
Για πανωφόρι, με το σεγκούνι, φορούσαν τη γκουζόκα. Η γκουζόκα είχε μανίκια και φοριόταν εφαρμοστή μέχρι τη μέση. Δεν κάλυπτε ολόκληρο το στήθος. Ήταν φτιαγμένη από το ίδιο ύφασμα με το τσαμαντάνι. Εκτός από τη γκουζόκα, φορούσαν και την κοντόκαπα, ένα μαύρο αμάνικο πανωφόρι, μακρύ μέχρι τις γάμπες, με διακοσμητικά μανίκια να πέφτουν στις πλάτες.Μετά το τέλος του Α’ παγκοσμίου πολέμου σταμάτησαν να φορούν κάλτσες με το σεγκούνι και φόρεσαν το μποτούρι ή αλλιώς μπουτούρι, που ήταν σχεδόν όμοιο με το αντίστοιχο θρακιώτικο παντελόνι, με μόνη διαφορά ότι στο μπροστινό κάτω μέρος το παντελόνι έκανε μια μύτη, που ήταν αντίστοιχη της κάλτσας. Τέλος, μετά το 1930, φόρεσαν την κιλότα με τσουράπια πλεκτά μέχρι το γόνατο.
Πηγή: Λαογραφικό Μουσείο Σερρών http://www.sarakatsani-folk-museum.gr